- περιτομή
- ἡ περιτομή 1. обрезание; 2. собир. обрезанные (т. е. иудеи) ant. ἀκροβυστία необрезанные, неиудеи
Древнегреческо-русский учебный словарь. - С-П.: "Нотабене". 1997.
Смотреть что такое "περιτομή" в других словарях:
περιτομή — circumcision fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιτομή — Θρησκευτική πρακτική, που συνίσταται στην κοπή του χαλινού της πόσθης ή στην εκτομή ολόκληρης της πόσθης. Η π., που ήταν γνωστή από αρχαίους πολιτισμούς, όπως ο αιγυπτιακός, εφαρμόζεται σήμερα στην εβραϊκή θρησκεία, τον Ισλαμισμό, σε μερικές… … Dictionary of Greek
περιτομῇ — περιτομῆι , περιτομεύς shoemaker s knife masc dat sg (epic ionic) περιτομή circumcision fem dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιτομή — [пэритоми] ουσ. Θ … Λεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь)
περιτομή — η 1. το κόψιμο γύρω γύρω, η περικοπή. 2. κόψιμο του δέρματος του αντρικού οργάνου (πέους) για λόγους θρησκευτικούς στους Εβραίους, Τούρκους, Αιγυπτίους, αλλιώς σουνέτι … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Περιτομή του Χριστού — η праздник Обрезания Господня (1/14 Января) Этим. дргр. «обрезать». Слово использовалось в Септуагинте для передачи значения еврейского термина brit … Η εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко)
περιτομαῖς — περιτομή circumcision fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιτομαί — περιτομή circumcision fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιτομήν — περιτομή circumcision fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιτομῶν — περιτομή circumcision fem gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κένυα — Eπίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κένυας Έκταση: 582.650 τ. χλμ. Πληθυσμός: 31.138.735 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Ναϊρόμπι (2.411.900 κάτ. το 2002)Κράτος της ανατολικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Αιθιοπία και με το Σουδάν, Δ με την Ουγκάντα, Ν με… … Dictionary of Greek